Ημέρα πρώτη
«Πω ρε φίλε αυτό ήταν.. επιτέλους φτάσαμε! Αυτή η τελευταία ανηφόρα με ‘έκαψε’». Μπαίνω στην καλύβα και το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να αφήσω το σακίδιο και να καθίσω στην πρώτη καρέκλα που θα βρω μπροστά μου.
Το βλέμμα φεύγει στο χώρο γύρω μου.. κοιτώ τη μικρή κουζίνα στο βάθος με τη βρύση να τρέχει νερό και δίπλα μερικά σκεύη κουζίνας αφημένα να στεγνώνουν, το τραπέζι με τον καναπέ και τις τρεις καρέκλες, τα αραδιασμενα κουτιά με εργαλεία και μικροαντικείμενα αριστερά από την πόρτα, ενώ δεξιά τη σόμπα με μια στοίβα ξύλα. Στο δίπλα δωμάτιο υπάρχουν πέντε κρεβάτια και ένας καθρέφτης με μια συρταριέρα από κάτω.
Ο Πάρης, μπαίνει κι αυτός μέσα.
«Λοιπόν πώς σου φαίνεται; Εδώ θα την βγάλουμε», του λέω.
Κείμενα – Φωτογραφίες: Αναστάσιος Γεωργιάδης
«Μια χαρά, φίλε, μπεϊκα! Τα έχουμε όλα και νερό», μου απαντά με το χαρακτηριστικό του τρόπο.
«Πάμε να μαζέψουμε κάνα ξύλο όσο ακόμη έχει φως;», συνεχίζει.
Κάνουμε μια μικρή εξερεύνηση στον χώρο, μαζεύουμε ξύλα και μερικές σκόρπιες πατάτες από το χωραφάκι πίσω από την καλύβα. Δεν αργούμε να μπούμε ξανά μέσα. Στο βουνό τέτοια εποχή οι μέρες είναι μικρές. Βάζουμε σόμπα στο φουλ και νερό να βράζει.
Έχοντας τακτοποιηθεί για τα καλά, παρατηρώ τον Πάρη, που εδώ και ώρα αφήνει διάφορα σακουλάκια με σπόρους, φλεικς και κάτι που μοιάζει με τραχανά στο τραπέζι.
«Πρέπει να παίζει πολύ μεγάλο ρόλο η διατροφή στους αγώνες και στη ζωή σου», τον ρωτώ, γνωρίζοντας όμως ήδη την απάντηση. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τις τεράστιες ποσότητες ενέργειας που απαιτούνται για να βγάλεις έναν υπερβατικό αγώνα ορεινού τρεξίματος.
«Ναι», μου απαντά.
«Τόσο για την προετοιμασία και φυσική κατάσταση του σώματος, όσο και για τον αγώνα, το τι τρως είναι βασικό».
Ήταν πλέον ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του… ο Πάρης εδώ και περίπου δέκα χρόνια εξορμούσε στη φύση με κύριο στόχο τους αγώνες· ένας λόγος για τον οποίο θυσίασε αλλά και συνεχίζει να θυσιάζει πολλή ενέργεια και χρόνο.
«Σε έναν από τους τελευταίους μεγάλους αγώνες που έτρεξα, η κακή διατροφή αλλά κυρίως η κακή λήψη τροφής κόντεψε να με βγάλει εκτός…δίπλωσα, το σώμα μού έλεγε ότι κάτι είχα κάνει λάθος», λέει χαρακτηριστικά.
Ήταν κάτι που συζητήσαμε για ώρα, το πώς δηλαδή η διατροφή παίζει βασικό ρόλο στην επίτευξη του στόχου, που είναι πρωτίστως ο τερματισμός, αλλά και ακόμα πιο σημαντικό ίσως, το πώς να μάθεις να «ακούς» το σώμα σου.
Βγάζω το νερό από τη φωτιά και βάζω λίγο στην κούπα μου. Είχε αρχίσει να με ταλαιπωρεί ένα κρύωμα στο οποίο μέρες τώρα αντιστεκόμουν με βιταμίνες και διάφορα δυναμωτικά ματζούνια. Ο Πάρης απ’την άλλη ασχολείται με το “έξυπνο” ρολόι του.
«Άλλο ένα σημαντικό εργαλείο του δρομέα; Τι λέει, τι κάναμε σήμερα; Πόσα χιλιόμετρα βγάλαμε;», τον ρωτάω με ενδιαφέρον αλλά και με μια διάθεση να τον πειράξω.
« Σχεδόν 14 χιλιόμετρα με 400 μέτρα υψομετρική», απαντά.
«Φαντάζομαι ότι με το βάρος, την απότομη ανάβαση και το ιδιαίτερο τερέν να έγινε δουλίτσα», του λέω ξέροντας ότι αυτό ήταν κάτι που τον απασχολούσε αρκετά.
«Πως δεν έγινε φίλε! Η πεζοπορία είναι μέρος της προπόνησης και αυτή ήταν μια πολύ καλή».
Σε όλη τη διαδρομή από τα 1300μ στα 1100μ και μετά στα 1500μ που βρίσκεται το οροπέδιο, ο Πάρης είχε ξεκάθαρα στο μυαλό του τον αγώνα, τον οποιοδήποτε αγώνα. Ενεργοποιούσε και απενεργοποίουσε συνέχεια την καταγραφή των δεδομένων στο ρολόι, έκανε συνεχείς αναφορές για τους διάφορους αγώνες, αλλά και το κλίμα που επικρατεί εκεί· και είμαι σίγουρος ότι κρατιόταν με νύχια και με δόντια για να μην πετάξει την τσάντα και αρχίσει να τρέχει.
Η νύχτα προχωρά όμορφα… έξω απ’ την καλύβα, τα σκυλιά που μας είχαν ακολουθήσει από την αρχή της διαδρομής, τρία στον αριθμό και κάνα δυο που κόλλησαν στην πορεία, έχουν κουρνιάσει για τα καλά. Κι εμείς όμως είμαστε αρκετά κουρασμένοι. Ετσι, αν και η συζήτηση έχει αρκετό ενδιαφέρον, προτιμάμε να κρατήσουμε την όρεξη μας για την επομένη και πάμε για ύπνο.
Ημέρα δεύτερη
Κοντεύει απόγευμα… στο χέρι μου κρατώ μια ζεστή κούπα τσάι, είμαι καθισμένος αναπαυτικά σε μια καρέκλα παραλίας στο περίβολο της καλύβας και έχω τα πόδια ψηλά σε έναν τάκο..νιώθω τη θερμότητα από τις ακτίνες του ήλιου στο πρόσωπό μου. Ο Πάρης παραδίπλα στην ίδια φάση, ατάραχος, όπως όλη η πλάση γύρω μας, ρεμβάζει σιωπηλός. Μερικά λεπτά μετά την ολοκλήρωση της σημερινής πεζοπορίας και απολαμβάνουμε αυτό τον αναπάντεχα καλό καιρό, με μια χαλαρωτική σιέστα.
Το μυαλό ταξιδεύει, όχι μακριά…η σημερινή πορεία ήταν ένα πραγματικά μαγικό ταξίδι στον σχεδόν τέλειο μικρόκοσμό μας.
Στην αρχή ήταν η διάσχιση μέσα από τα “χρυσαφένια λιβάδια”, λιβάδια στο πρώτο φως του ήλιου περιτριγυρισμένα από πυκνά δάση και μέσα τους αμέτρητα ρυάκια.
«Φίλε, είναι σαν να ‘περπατάς στον αέρα’», είχε πει κάποια στιγμή ο Πάρης. Πράγματι, το χόρτο και η φυτική ύλη ήταν τόσο πυκνά που αμφιβάλλω εάν πατήσαμε ποτέ χώμα.
Μετά κινηθήκαμε στα όρια των ανθρώπων· εκεί μοιραστήκαμε τον χώρο και τον χρόνο μας πάνω στη συνοριογραμμή, πότε από εδώ και πότε από εκεί, μέχρι που βρήκαμε τον δρόμο μας μέσα στο δάσος. Αφήσαμε και πιάσαμε νέα και παλιά μονοπάτια ώσπου στο τέλος, βγαίνοντας, πήραμε τον δρόμο που θα μας οδηγούσε στο σκοτεινό ρέμα και στην αναζήτηση του μυστηριακού για πολλούς καταρράκτη του. Δεν ξέρω τι ιστορίες και μυστήρια μπορεί να κρύβει ένας καταρράκτης για τους ντόπιους.. όμως για μένα ο χρόνος μέσα σε ένα τέτοιο τοπίο οδηγεί πολλές φορές σε στιγμές κάθαρσης.
«Ααα αυτή είναι ζωή», μονολογώ και πίνω μια γουλιά βλέποντας τον ήλιο να χάνεται σιγά σιγά πίσω από τα δέντρα.
Ο Πάρης πάντα ανήσυχος σηκώνεται και κόβει μερικά ξύλα ακόμη· ήταν ώρα να γίνουν μερικές δουλειές πριν μπούμε μέσα. Ακόμα και τα σκυλιά που και σήμερα δεν μας είχαν αφήσει ούτε στιγμή, μετά από μερικά λιτά σνακ άρχισαν να πιάνουν τις γνωστές τους θέσεις.
Βρίσκουμε λίγο μέλι και φτιάχνουμε ρακόμελο, με το πορτάκι της σόμπας διαρκώς ανοιχτό για να μαγνητίζει το βλέμμα. Πιάνουμε σιγά σιγά τις αμπελοφιλοσοφίες και μοιραζόμαστε το πάθος μας για τη φύση, ο καθένας με το δικό του τρόπο.
«Τι είναι για σένα το να τρέχεις στο βουνό;», τον ρωτώ κάποια στιγμή.
«Ελευθερία… το να υπερβαίνεις τον εαυτό σου!», μου απαντά.. και πιστέψτε με ο Πάρης ήξερε πολύ καλά τι έλεγε όταν μιλούσε για ελευθερία.
Πόσες φορές δεν την πήραμε για δεδομένη σκέφτομαι..όπως δικαιώματα και αγαθά πολύτιμα που κερδήθηκαν με αγώνες και αίμα..
«Η ελευθερία είναι το υπέρτατο αγαθό!», λέει τελειώνοντας την πρόταση του.
Αναρωτιέμαι αν ίσως αυτός είναι και ο μεγαλύτερος αγώνας που δίνουν αυτοί οι υπεραθλητές κάθε στιγμή, εντός και εκτός διαγωνισμού. Ελεύθεροι να αγωνίζονται, φτάνοντας το σώμα και το πνεύμα τους στα έσχατα των ορίων τους. Ελεύθεροι να τα παρατήσουν όποτε θέλουν και όμως να συνεχίζουν και τέλος ελεύθεροι και συνειδητά να επιλέγουν να υποφέρουν.
Δεν μένουμε όμως μόνο εκεί.. μου μιλά για στιγμές όταν ο νους είναι ανίκανος να ορίσει το σώμα. Αλλά και για άλλες, όταν μόνος και άϋλος σηκώνει όλο το σώμα, με δυνάμεις άγνωστες για όσους δεν χρειάστηκε ποτέ να μπουν σε τέτοιες δοκιμασίες.
Βγαίνω λίγο έξω να ξεθολώσω από τη ζέστη και το ρακόμελο, η ησυχία είναι απόλυτη και ο νυχτερινός ουρανός γεμάτος αστέρια. Βγαίνει και ο Πάρης· καθόμαστε για λίγο στο κρύο, σήμερα η βραδιά είναι ψυχρή, αλλά ήπια για την εποχή.
«Κοιμάστε καθόλου;», του λέω.
«Ανάλογα τον αγώνα, μπορείς σε διάφορα σημεία ανεφοδιασμού να ρίξεις 10 με 15 λεπτά ύπνου», μου απαντά. Είναι μερικοί αγώνες που διαρκούν πάνω από 72 ώρες και οι παραισθήσεις πρέπει να είναι μόνιμο φαινόμενο, σκέφτομαι.
«Όλα είναι στο μυαλό», μου λέει καθώς κοιτάμε τα άστρα, και λίγο πριν κλειστούμε πάλι μέσα. Είναι μια ατάκα που ακούς συχνά, όμως νομίζω ότι αθλητές τέτοιου τύπου είναι απ’ τους λίγους που μπορούν να την λένε και να ξέρουν ακριβώς γιατί πράγμα μιλούν…
Κανείς δεν ξέρει τα βάθη της ψυχής.. ο καθένας μας στις πιο δύσκολες στιγμές του αντλεί δυνάμεις άγνωστες από εμπειρίες της ζωής, από ένα αγαπημένο πρόσωπο, την ανάγκη να δώσει κάποιο νόημα, να καταλάβει γιατί το κάνει όλο αυτό στον εαυτό του. Ο Πάρης όμως με τον τρόπο του μου έδειξε ότι στις αντιξοότητες της ζωής πρέπει να μαχόμαστε, όπως και όταν είμαστε εδώ έξω.. γιατί ο αγώνας μέσα στη φύση είναι σαν αυτόν της ζωής.
Ημέρα τρίτη
Κρύο, ηρεμία.. Βρίσκομαι στο κατώφλι της καλύβας, κλείνω για λίγο τα μάτια και μυρίζω το χορτάρι. Χαράζει και νιώθω πολύ καλύτερα. Το χθεσινό ρακοματζούνι έκανε δουλειά τελικά. Σε λίγο ξέρω ότι θα έρθουν τα χιόνια και το λιβάδι με το δάσος θα ησυχάσουν. Κάθε εποχή σε αυτό το μέρος είναι διαφορετική, όπως και σε κάθε μέρος έξω στη φύση. Βλέπεις την αλλαγή παντού, στα χρώματα, στη θερμοκρασία, στους ήχους και στη ζωή που ζει μέσα του…
Αυτή τη φορά το τοπίο είχε τη δική του ομορφιά.. λίγο μετά την πανδαισία των φθινοπωρινών χρωμάτων το δάσος έχει σχεδόν απογυμνωθεί· μόνο οι Σιμήδες είχαν μείνει να μας θυμίζουν κάτι από φθινόπωρο. Ας είναι, ο δρόμος της επιστροφής μας θα ήταν γλυκός, ήσυχος.. και όταν το μονοπάτι θα μας έδειχνε ξεκάθαρα τον δρόμο για τον τερματισμό, ο Πάρης θα με άφηνε για την τελική ευθεία..