Αν και η Ada Blackjack στην αρχή δεν φαινόταν σαν κάποια που θα επιζούσε από μια αποτυχημένη αποστολή σε ένα απομακρυσμένο νησί της Αρκτικής, αφού ήταν μικροκαμωμένη και δεν είχε σχετικές γνώσεις, τελικά τα κατάφερε.
Ήταν inupiat, γεννήθηκε σε ένα χωριό 30 μίλια δυτικά του Nome, στην Αλάσκα το 1898 και παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην ύπαιθρο. Όταν ήταν μόλις οχτώ ετών, ο πατέρας της έφαγε μολυσμένο κρέας και αρρώστησε θανάσιμα.
Η μητέρα της ζούσε μακριά, οπότε η Blackjack και η μικρότερη αδερφή της, έβαλαν τον ετοιμοθάνατο άνδρα σε ένα έλκηθρο και άρχισαν να τρέχουν προς το Nome. Κάπου στην πορεία συνειδητοποίησαν ότι ο πατέρας τους είχε πεθάνει, οπότε επέστρεψαν με το έλκηθρο στο σπίτι, σύμφωνα με τη βιογραφία της Jennifer Niven το 2004 «Ada Blackjack: A True Story of Survival in the Arctic».
Η μητέρα της, πλέον άπορη, έστειλε την Blackjack να ζήσει με μια οικογένεια Methodist στο Nome. Της έμαθαν να μιλάει αγγλικά και να διαβάζει τη Βίβλο, να μένει σπίτι και να μαγειρεύει «φαγητά για τους λευκούς». Δεν έμαθε τίποτα για το κυνήγι, για το πώς να παγιδεύει και άλλες βασικές δεξιότητες επιβίωσης. Στα 16 της χρόνια παντρεύτηκε τον John Blackjack και γέννησε τα τρία παιδιά της πριν γίνει 22 ετών. Τα δύο πέθαναν στη βρεφική ηλικία, ενώ το άλλο, ένα αγόρι που το έλεγαν Bennett, ήταν άρρωστο.
Ο σύζυγός της την χτύπησε και την άφησε να πεθάνει από την πείνα και όταν τελικά την εγκατέλειψε στη χερσόνησο Seward το 1921, η Blackjack και ο πεντάχρονος γιος της, Bennett περπάτησε για 40 μίλια ως το Nome. Όταν το παιδί ήταν τόσο αδύναμο για να περπατήσει, τότε το κουβάλησε. Η διαβίωση στο Nome δεν είχε καμία σχέση με το κυνήγι, αφού έπρεπε να βρει μια δουλειά, η οποία ήταν να καθαρίζει σπίτια και να ράβει ρούχα, έχοντας ως στόχο να έχει φαγητό για τον γιο της και τον εαυτό της.
Εκείνη την άνοιξη, η Blackjack μετά βίας τα έβγαζε πέρα. Ήταν σε πολύ κακή κατάσταση και αναγκάστηκε να βάλει τον Bennett σε ένα ορφανοτροφείο μέχρι να μπορέσει με κάποιο τρόπο να μαζέψει αρκετά χρήματα για να τον μεγαλώσει. Ήθελε να μεταβεί με το παιδί της νότια στο Σιάτλ, όπου οι γιατροί θα μπορούσαν να θεραπεύσουν τη χρόνια φυματίωση του.
Το σχέδιο της αποστολής
Βέβαια, αυτό ήταν κάτι πολύ δύσκολο, μέχρι που τέσσερις νεαροί άντρες έφτασαν στην πόλη και άρχισαν να ψάχνουν μια γηγενή ράφτρα που να ήξερε αγγλικά. Πρόσφεραν 50 δολάρια τον μήνα, για συνεργασία που θα διαρκούσε ένα χρόνο ή και δύο.
Έτσι βρέθηκε στο ακατοίκητο Wrangel Island, ένα νησί με πολύ πάγο και βράχια στον Αρκτικό ωκεανό, περίπου 100 μίλια βόρεια της Σιβηρίας και 600 μίλια βορειοδυτικά της Nome. Το σχέδιο ήταν οι τέσσερις άνδρες να καταλάβουν το νησί για αρκετό καιρό ώστε να το διεκδικήσουν για τον Καναδά ή τη Μεγάλη Βρετανία ή ίσως και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το για ποια χώρα θα το διεκδικούσαν ήταν μια από τις πολλές λεπτομέρειες που δεν είχαν διευκρινιστεί πλήρως όταν η ομάδα απέπλευσε από το Nome στα τέλη του καλοκαιριού του 1921. Ο «εγκέφαλος» πίσω από την αποστολή ήταν ένας χαρισματικός εξερευνητής και πολύ καλός κυνηγός που ονομαζόταν, Vilhjalmur Stefansson, και θεωρούσε ότι κάθε αγγλόφωνη χώρα θα ενδιαφερόταν.
Ο Stefansson, ο οποίος φανταζόταν τον εαυτό του ως οραματιστή, σκεφτόταν ότι η περιοχή του Wrangel θα ήταν μια μέρα ανεκτίμητη ως βάση για τα υπερπολικά αεροπορικά ταξίδια. Σίγουρα οι Ιάπωνες ή οι Ρώσοι θα το διεκδικούσαν αν ο Stefansson δεν έφτανε εκεί πρώτα, ωστόσο, στην πραγματικότητα, αποφάσισε να στείλει κάποιον να του το διεκδικήσει. Ο λόγος ήταν γιατί είχε διαλέξεις, με τις οποίες έβγαζε 1.000 δολάρια την εβδομάδα.
Ο Stefansson αποφάσισε να στείλει αρχικά τον Fred Maurer και τον Lorne Knight. Και οι δύο ήταν 28 ετών και οι δύο είχαν υπηρετήσει υπό τον Stefansson στην Αρκτική προτού ενταχθούν μαζί του στο Chautauqua, που ήταν ταξιδιωτικές διαλέξεις με κωμικούς, ιεροκήρυκες και διασημότητες εξερευνητές όπως ο Stefansson. Ο Maurer ήταν μαζί με τον Stefansson στο Karluk τον Αύγουστο του 1913, όταν το πλοίο παγιδεύτηκε στον πάγο. Ο Stefansson παράτησε το πλοίο και περπάτησε πέρα από τον πάγο στην Αλάσκα.
Ο Maurer ήταν ένας από τους 25 που έμειναν με το Karluk. Αυτός και μερικοί άλλοι δραπέτευσαν στο νησί Wrangel όπου έμειναν εκεί για εννέα μήνες. Μόνο 16 από αυτούς επέζησαν. Δημιούργησαν ιστορίες από αυττό που πέρασαν και ο Maurer τις έλεγε στο κοινό στο Chautauqua, πριν βγάλει τις ομιλίες του ο Stefansson.
Ο Knight, επίσης, συμμετείχε στην παράσταση. Ο πρώην φαλαινοθήρας είχε περάσει τέσσερα χρόνια στην Αρκτική με τον Stefansson και οπως ο Maurer, ήταν πρόθυμος να επιστρέψει βόρεια. Ο δεκαεννιάχρονος Milton Galle έτρεχε τον προβολέα διαφανειών για τον Stefansson. Δεν είχε φύγει ποτέ από το Τέξας πριν πάρει μέρος στο σόου, αλλά απέκτησε άμεσα φιλική σχέση με τον Maurer και τον Knight, οι οποίοι ζήτησαν να ενταχθεί στην ομάδα.
Το τέταρτο μέλος της ομάδας ήταν ο Άλαν Κρόφορντ, ένας φοιτητής από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο που προσλήφθηκε κυρίως για την υπηκοότητά του. Αν ήθελαν να ανακαλύψουν ένα νησί για τον Καναδά, χρειάζονταν μαζί τους έναν Καναδό. Και επειδή οι Καναδοί ήταν εκείνη την εποχή και Βρετανοί υπήκοοι, ο Stefansson θα είχε την επιλογή να μεταβιβάσει τον τίτλο σε όποια χώρα μπορούσε να πείσει να τον πάρει. Αυτό το σχέδιο απαιτούσε από τον Crawford, ο οποίος ήταν 20 ετών και δεν είχε πάει ποτέ βόρεια, να υπηρετήσει τουλάχιστον ονομαστικά ως διοικητής της ομάδας, με τον πιο έμπειρο να πηγαίνει ως δεύτερος στην ιεραρχία. Ο Stefansson έστειλε την τετράδα στο νησί Wrangel με προμήθειες έξι μηνών για να μείνει για δύο χρόνια.
Μετά από ένα χρόνο, ένα πλοίο θα μπορούσε να ξαναγεμίσει τα αποθέματα τους, αν και ο Stefansson σχεδόν δεν πίστευε ότι θα ήταν απαραίτητο. Δήλωνε συχνά ότι «όποιος έχει καλή όραση και τουφέκι μπορεί να ζήσει οπουδήποτε στις πολικές περιοχές επ’ αόριστον», αλλά τους συμβούλεψε επίσης να προσλάβουν ντόπιες οικογένειες για να συνοδεύσουν την αποστολή—εξειδικευμένους κυνηγούς Ινουπιάτ για να εξασφαλίσουν κρέας και γυναίκες που θα μπορούσαν να μετατρέψουν τα δέρματα ζώων σε πολύ καλά χειμωνιάτικα ρούχα. Οι ντόπιοι, ωστόσο, είχαν την αίσθηση ότι δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν με τους νεαρούς εξερευνητές. Όταν ήρθε η ώρα της επιβίβασης, η Blackjack ήταν η μονη Inupiat. Είχε τις δικές της αμφιβολίες, αλλά η υπόσχεση των 50 δολαρίων τον μήνα και η ανάκτηση της επιμέλειας του γιου της ήταν πολύ ισχυρή για να αντισταθεί.
Στην αρχή νόμιζα ότι θα γυρίσω πίσω, αλλά αποφάσισα ότι δεν θα ήταν δίκαιο για τα αγόρια
Οι τρεις άντρες εγκαταλείπουν την Blackjack και τον άρρωστο Knight
Οι τέσσερις άνδρες πυροβόλησαν αρκετές φώκιες και πολικές αρκούδες για να συμπληρώσουν τις μερίδες τους και να κρατήσουν ζωντανά τα περισσότερα από τα σκυλιά έλκηθρου τους τον χειμώνα και την άνοιξη του 1922. Εκείνο το καλοκαίρι είχε πολύ πάγο και το πλοίο με τις βοήθειες δεν ήρθε ποτέ. Ο Stefansson είχε υποσχεθεί στον καπετάνιο διπλή πληρωμή αν μπορούσε να περάσει τον πάγο.
Προσπάθησε για ένα μήνα, αλλά δεν μπόρεσε να το διασχίσει. Στο νησί, η αποστολή αποφάσισε να στείλει δύο άνδρες προς την Σιβηρία. Ο Knight και ο Crawford ξεκίνησαν νότια τον Δεκέμβριο, αλλά επέστρεψαν μετά από μόλις 13 ημέρες. Ο Knight αρρώστησε και ήταν αδύναμος, ενώ έπαθε σκορβούτο. Η ομάδα τους έφτιαξε ένα νέο σχέδιο. Αυτή τη φορά οι Crawford, Maurer και Galle θα ταξίδευαν πάνω στις παγωμένες περιοχές, με τον Knight να μένει πίσω.
Η δουλειά της Blackjack θα ήταν να τον φροντίσει να ξαναγίνει καλά. Η ταξιδιωτική τριπλέτα υποσχέθηκε να επιστρέψει με ένα πλοίο το επόμενο καλοκαίρι, ή σε περίπτωση αποτυχίας, με σκυλιά σε έναν χρόνο. Έφυγαν με τα πέντε σκυλιά που επέζησαν, τα περισσότερα από τα υπόλοιπα μπισκότα και δύο τενεκεδάκια των πέντε γαλονιών με τετηγμένο λίπος φώκιας. Η θερμοκρασία ήταν μείον 56 βαθμοί και την επόμενη μέρα, έβρεξε πάρα πολύ. Οι άνδρες δεν τους ξαναείδαν ποτέ.
Μετά από έξι μήνες ο Knight πέθανε και μέσα στην απελπισία και στην αδυναμια του, επιτέθηκε στην Blackjack. Της είπε ότι ο άντρας της είχε δίκιο που την χτύπησε και είπε ότι δεν ήταν περίεργο που πέθαναν δύο από τα παιδιά της.
Η Blackjack περιποιείται και προσέχει τον Knight
Η Blackjack προσπαθούσε να τον αποθεραπεύσει παρά από αυτά που έλεγε και έραβε σακιά με άμμο και τα ζέσταινε κάθε πρωί και βράδυ δίπλα στη φωτιά, τοποθετώντας τα στα πόδια του. Έφτιαξε μαξιλάρια για να απαλύνει τις πληγές του. Και όταν ο Knight δεν μπορούσε πλέον να κουνηθεί από τον υπνόσακο του, τον καθάριζε. Καθώς φρόντιζε τον Knight τον χειμώνα και την άνοιξη του 1923, η Blackjack έμαθε επίσης τον εαυτό της να φτιάχνει παγίδες και να κυνηγά — ευθύνες που μέχρι τότε ήταν μόνο για τους άνδρες.
Ο Galle είχε αφήσει ένα χάρτη με παγίες σε απόσταση τριών μιλίων, αλλά ακόμα κι έτσι η Blackjack χρειαζόταν μέρες για να βρει τις παγίδες και μετά εβδομάδες για να μάθει πως χρησιμοποιούνται. Δεν έπιασε τίποτα τον πρώτο μήνα και μια αλεπού τον δεύτερο. Τον τρίτο μήνα έβαζε τρεις παγίδες σε μια ημέρα. Ο Knight στην αρχή αρνήθηκε να φάει το κρέας με έντονη μυρωδιά, αλλά σύμφωνα με τον Stefansson, «Τελικά ο Knight έφαγε αλεπού λέγοντας ότι ήταν έκπληκτος που είχε τόσο καλή γεύση. Έφαγε το κεφάλι και λίγο νεφρό, κρατώντας για αυτόν την υπόλοιπη αλεπού». Έμαθε στόχο και το πώς να πυροβολεί με το τουφέκι του Knight και τελικά έγινε αρκετά ικανή σε αυτό.
Εκείνη την άνοιξη πυροβόλησε στο κεφάλι μια άιντερ (μια μεγάλη θαλάσσια πάπια). Όταν είπε την ιστορία αργότερα, ένας φίλος παρατήρησε ότι επρόκειτο για πυροβολισμό που μόνο ένα έμπειρος κυνηγός θα έκανε. Πέρα από όλα αυτά, μαγείρευε και φρόντιζε για τον Knight και κρατούσε τις φωτιές από παρασυρόμενα ξύλα αναμμένες μέρα και νύχτα. Μάζευε αυγά γλάρου και τα τηγάνιζε σε λίπος αρκούδας και στις αρχές Ιουνίου πυροβόλησε μια χήνα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο Knight μόλις είχε μόνο τη δύναμη να καταπιεί, για αυτό και η αγριόχηνα μαγειρεύτηκε μέχρι να φύγει το κρέας από τα κόκαλα.
Αυτό βέβαια ήταν ίσως ένα μοιραίο λάθος, είπε αργότερα ο Stefansson, επειδή η μόνη θεραπεία για το σκορβούτο του Knight θα ήταν να φάει τα αυγά και το κρέας ωμά. Παρά τη συνεχή κακοποίησή που της ασκούσε, η Blackjack εκμυστηρεύτηκε στο ημερολόγιο της ότι θα της έλειπε ο Knight μετά τον θάνατό του. Ένα βράδυ του Ιουνίου, διηγήθηκε: «Στεκόμουν και τον κοιτούσα κάτω και τα δάκρυα ήταν στα μάτια μου, γιατί νόμιζα ότι θα πέθαινε. Με σήκωσε το βλέμμα και είπε: «Τι συμβαίνει Άντα;» Και του είπα ότι νόμιζα ότι θα με άφηνε».
Ο Knight της ζήτησε να μαζέψει το ημερολόγιο και τα χαρτιά του και να φροντίσει το τουφέκι και την κάμερά του. Το επόμενο πρωί ήταν νεκρός. Η Blackjack ήταν πολύ αδύναμη για να τον θάψει, έτσι έκλεισε το σώμα του με άδεια τελάρα και τον μετέφερε στη σκηνή που έκανε την μαγειρική. Τρεις μέρες αργότερα, η Blackjack πυροβόλησε την πρώτη της φώκια. Εβδομάδες αργότερα σκότωσε και δεύτερη και αυτή τη φορά κατάφερε να σώσει το κρέας, με τις κυνηγετικές δεξιότητες να βελτιώνονται. Ακόμα κι έτσι, η επιβίωσή της δεν ήταν καθόλου σίγουρη. Αφού απεβίωσε ο Knight, έγραψε ένα σημείωμα για τον Stefansson και το άφησε στη γραφομηχανή του Crawford, όπου ήταν σίγουρη ότι θα το έβρισκε.
Ήρθε βοήθεια και επιστροφή πίσω στο Nome
Και τον Αύγουστο του 1923, καθώς οι νύχτες μεγάλωναν και υπήρχε πολύ κρύο, συνέταξε μια διαθήκη, με την εντολή να πάνε τα κέρδη της από την αποστολή στη μητέρα της και στον Bennett και το αγόρι να ζήσει με την αδερφή του. Αλλά αυτό δεν ήταν απαραίτητο. Στις 19 Αυγούστου 1923, μια ομάδα υπό τη διοίκηση του Harold Noice έφτασε στο νησί.
Η Blackjack συνάντησε το πλήρωμα στην παραλία, φορώντας ένα φόρεμα από δέρμα καριμπού που είχε ράψει και κατά γενική ομολογία ένα λαμπερό χαμόγελο. Ρώτησε για τον γιο της τον Bennett και όταν ένα μέλος του πληρώματος της είπε ότι το αγόρι ήταν καλά, ρώτησε γιατί ο Galle δεν είχε έρθει με το πλοίο, όπως είχε υποσχεθεί. Όταν της είπαν ότι κανένας από τους τρεις δεν είχε επιστρέψει στο Nome, κατάλαβε ότι θα είχαν χαθεί στον πάγο.
Η Ada Blackjack ήταν η μόνη επιζήσασα της αποστολής στο νησί Wrangel. «Όταν επέστρεψε στην Αλάσκα, κάποιοι την αποκάλεσαν ήρωα, τον «θηλυκό Ροβινσώνα Κρούσο», έγραψε η Stephanie Buck στο Timeline. Ενώ βέβαια, άλλοι την κατηγόρησαν για φόνο. Η Blackjack μίλησε ελάχιστα για τη δοκιμασία που πέρασε, αλλά η Noice ενορχήστρωσε μια παγκόσμια εκστρατεία μέσων ενημέρωσης γύρω από την τραγική αποστολή.
Αναγνώρισε στην καταστροφή μια προσοδοφόρα και συγκλονιστική ιστορία, μια ιστορία που τελικά θα μπορούσε να την βοηθήσει να βγει από τη βαθιά σκιά του Stefansson. Πριν φύγει από το νησί, η Noice συγκέντρωσε όλα τα ημερολόγια και την αλληλογραφία των ανδρών, συμπεριλαμβανομένης μιας μεγάλης επιστολής που ο Knight έγραφε στη μητέρα του εδώ και μήνες. Έτσι γράφτηκαν πολλές ιστορίες για εφημερίδες σε όλο τον αγγλόφωνο κόσμο. Και στην αφήγηση της Noice, η Ada Blackjack επιλέχθηκε ως ο κακός.
«Η γυναίκα Εσκιμώος», οπού έγραψαν στο New York World, «αρνήθηκε να βοηθήσει τον E. Lorne Knight, πραγματικό ηγέτη της αποστολής, καθώς βρισκόταν ετοιμοθάνατος στο νησί, και πιθανότατα έσωσε τη ζωή της με φαγητό που θα έσωζαν τον Knight από την πείνα».
Το γεγονός ότι το ίδιο το περιοδικό του Knight αντέκρουε αυτό το ψέμα δεν εμπόδισε την Noice να το διαδώσει. Απλώς έσκισε τις σελίδες του ημερολογίου του Knight στις οποίες έδειχνε συμπάθεια στην Blackjack.
Τι έκανε στο μέλλον η Blackjack
Από την μεριά της, η Blackjack αρνήθηκε να μιλήσει σε δημοσιογράφους. Ο στόχος της ήταν να επιβιώσει και να επιστρέψει στον γιο της, και αυτό έκανε. Αν και ο Stefansson δεν της πλήρωσε ποτέ ό,τι έπρεπε, έστειλε αρκετά χρήματα στην Blackjack, για να ξαναβρεθεί με τον Bennett και να τον πάει στο Seattle, οπού εκεί κατάφερε το παιδί να βελτιώσει την κατάσταση με την φυματίωση.
Η Blackjack δεν είπε τίποτα για την ιστορία της, αλλά ο Stefansson κέρδισε πολλά. Βασιζόμενος στα ημερολόγια των Knight, Blackjack και των άλλων, ο Stefansson έγραψε ένα best-seller «Η περιπέτεια του νησιού Wrangel», ένας ειρωνικός τίτλος, δεδομένου ότι ο Stefansson ανέφερε ότι «Μια περιπέτεια είναι σημάδι ανικανότητας».
Ωστόσο, ενώ το βιβλίο είναι αφιερωμένο κυρίως στην υπεράσπιση των πράξεών του και στην υποτίμηση αυτών της Noice, περιλαμβάνει επίσης μια εύγλωττη και πλήρη υπεράσπιση του Blackjack. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1925, όταν ο Stefansson εξακολουθούσε να έχει την ελπίδα ότι κάποιος – οποιοσδήποτε – θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί ότι ανακάλυψε το νησί.
Οι τρεις νεκροί Αμερικανοί και ένας Καναδός ήταν πατριώτες, έγραψε, «αλλά στο μυαλό τους υπήρχε ένας μεγαλύτερος πατριωτισμός, γιατί πίστευαν στην επικείμενη ενοποίηση των αγγλόφωνων λαών και πίστευαν ότι ό,τι κι αν έκαναν είτε για την Βρετανική Αυτοκρατορία, είτε για τις ΗΠΑ. Οι Ρώσοι είχαν καταλάβει το νησί το 1916.
Αντί για αεροπορικό σταθμό έγινε μια εκπαιδευτική βάση της KGB και, τώρα είναι ένα τεράστιο καταφύγιο άγριας ζωής. Η Blackjack αρκέστηκε στο να συνεχίσει τη ζωή της. Παντρεύτηκε ξανά στο Seattle και απέκτησε έναν άλλο γιο, τον Billy.
Χώρισε και παντρεύτηκε και χώρισε ξανά, μετά προσβλήθηκε από φυματίωση και έπεσε για άλλη μια φορά στη φτώχεια. Έδωσε και τα δύο αγόρια στο Jesse Lee Home For Children στο Seward και μετά πάλεψε για εννέα χρόνια για να ανακτήσει την υγεία της και να επανενώσει την οικογένειά της.
Το 1937 μετακόμισε μαζί τους πίσω στο Nome όπου δούλευε βοσκώντας ταράνδους, ενώ ασχολήθηκε και με το κυνήγι και παγίδευση θηραμάτων.
Πέθανε το 1983, σε ηλικία 85 ετών.