Οι φωτογραφίες του Ansel Adams είναι ωδή στο μεγαλείο της φύσης

Σπάνια φωτογράφος έχει συνδέσει τόσο πολύ το όνομά του μ’ ένα και μόνο φωτογραφικό στυλ, το τοπίο και ένα συγκεκριμένο τόπο, τα μεγάλα Αμερικανικά Πάρκα.

Τριάντα οκτώ χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ansel Adams παραμένει το σύμβολο μίας μεγαλειώδους και αλληγορικής φωτογραφίας που μεταφέρει ένα εξιδανικευμένο όραμα για τη φύση.

Το στυλ του βασίζεται σε μία άκρως εξειδικευμένη προσέγγιση και στον απόλυτο έλεγχο της φωτογραφικής μηχανής σαν εργαστηριακό εργαλείο.

Αναπτύσσει μία τόσο θεωρητική όσο και νοητική/εννοιολογική θεωρία που ονόμασε «Ζωνικό Σύστημα».

Εφιάλτης για τους φοιτητές φωτογραφίας, αυτή η αυστηρή τεχνική έκθεσης και εμφάνισης που αφορά την ασπρόμαυρη φωτογραφία, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πλούσιων σε τονικότητα αρνητικών που διευκολύνουν αφάνταστα την εκτύπωση των φωτογραφιών.

Ακολουθώντας τα μαθήματα του Ansel Adams, οι σκούρες ζώνες ποτέ δεν μπουκώνουν και οι ανοικτές διατηρούν όλες τις αποχρώσεις του γκρι.

Ορκισμένος εχθρός του υπερβολικού κοντράστ, φανατικός χρήστης των μηχανών μεγάλου φορμά τις οποίες εγκαθιστά στην οροφή του αυτοκινήτου του, ο Adams συνθέτει τις φωτογραφίες του με τη λογική ενός λεπτολόγου ωρολογοποιού.

Η δύναμή του έγκειται στη σύνδεση των υψηλών τεχνικών προδιαγραφών λήψης με μία πραγματική, οικολογική αισθητική.

Στις συνθέσεις του, οι αναλογίες κάθε πλάνου είναι δοσμένες με ντελικάτη ακρίβεια, το βάθος πεδίου είναι πάντοτε το μέγιστο δυνατό (ο Ansel Adams δεν αγαπάει το φλου!) και τα πρώτα πλάνα καθηλώνουν το βλέμμα του θεατή μέσα σε μία εικόνα εξαιρετικά νετ και ευανάγνωστη.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, υπήρξε ένας εκ των δημιουργών του Group F/64 (και του περιοδικού Aperture) που αποσκοπούσε στο να προσδώσει την αυτονομία στη φωτογραφία απομακρύνοντάς την από τη βαριά κληρονομιά του πικτοραλισμού. Η δράση του και η χαρισματική του προσωπικότητα επέτρεψαν στη φωτογραφία να κερδίσει τίτλους ευγενείας ιδιαίτερα στην πώληση φωτογραφικών εκτυπώσεων στις διάφορες Γκαλερί.

Έστω κι αν σήμερα οι εικόνες του μας φαίνονται μάλλον ακαδημαϊκές, όλοι μας οφείλουμε κάτι στην ενέργεια και στο πάθος αυτού του γενειοφόρου γίγαντα, πραγματικού γκουρού της φωτογραφικής τεχνικής και της τέχνης της ασπρόμαυρης φωτογραφίας τοπίου!

Λίμνες Beson, πάρκο Mercantour, Γαλλία, 2008

Στις ΗΠΑ ακολούθησα τα ίχνη του Ansel Adams στο πάρκο Yosemite της Καλιφόρνια. Διασκέδασα εφαρμόζοντας τους κανόνες του στο καδράρισμα, χρησιμοποιώντας υψηλό κοντράστ στα πρώτα πλάνα και αποδίδοντας τους ουρανούς με πολλά και διάσπαρτα σύννεφα.

Μερικά χρόνια αργότερα, απέκτησα μία Hasselblad SWC (αναλογική 6χ6 εφοδιασμένη με τον εξαιρετικό ευρυγώνιο Biogon 38mm f/4,5), που χρησιμοποιούσε συχνά ο Αnsel Adams.

Με έκπληξη συνειδητοποίησα ότι αντλούσα ιδιαίτερη ευχαρίστηση καδράροντας όπως αυτός τις λίμνες, τα βουνά και τις Αλπικές βουνοκορφές στην καρδιά ενός απόκρημνου ορεινού όγκου.

Οι αναμνήσεις από τον Ansel Adams με είχαν καθοδηγήσει…

Η τεχνική στην υπηρεσία ενός οράματος

Όταν επισκεπτόμαστε τα μεγάλα πάρκα της Αμερικάνικης Δύσης και συγκεκριμένα το Yellowstone και το Yosemite, μερικές φορές δε βλέπουμε τα “πραγματικά” τοπία, βλέπουμε πρώτα μία «πλάκα» του Ansel Adams! Είναι πράγματι τόσο γνωστό το έργο του, τόσο εμβληματικό, που έχει αποκρυσταλλωθεί στον αμφιβληστροειδή μας μ’ έναν τρόπο λίγο πολύ συνειδητό.

Ο Adams είχε πάρει πάντοτε πολύ στα σοβαρά τη φωτογραφία: η πρακτική του είναι μία σχολή υπομονής, επιμονής και προσεκτικής ανάγνωσης του δικού μας «Θεού», του φωτός. Είναι αυτό που «δημιουργεί» το τοπίο και οδηγεί τα βήματά μας για να βρούμε την κατάλληλη οπτική γωνία. Δηλώνοντας «δεν παίρνετε μία φωτογραφία, την κάνετε» ο Ansel Adams έχει δώσει τροφή για ατελείωτες συζητήσεις στα φωτοκλάμπ.

Κατά τη γνώμη μου, πέρα από τον βολονταρισμό που εμπεριέχει αυτή η φράση, ποτέ δεν είδα πραγματικά τη διαφορά μεταξύ του “κάνω μία φωτογραφία” και του “παίρνω μία φωτογραφία”, τουλάχιστον μέσα στην πρακτική διαδικασία λήψης μίας φωτογραφίας τοπίου όπου πρόκειται να αποκόψουμε με το καδράρισμά μας ένα κομμάτι του πραγματικού.

Όμως τα λόγια, οι θεωρίες και τα τεχνικά δόγματα σήμερα δεν έχουν τόση σημασία. Αυτό που έχει μείνει από τον Ansel Adams είναι η απόλαυση από τη λήψη μιας «χειροτεχνικής» φωτογραφίας όπου διατηρούμε στο ακέραιο τον έλεγχο όλων των σταδίων δημιουργίας της. Μακροχρόνια ο Adams μ’ έχει περισσότερο επηρεάσει αρνητικά: Μπροστά σ’ ένα “όμορφο” τοπίο έψαχνα να μη φέρω ένα αποτέλεσμα τύπου «Adams», τουτέστιν να μην πέσω στην παγίδα λήψης μιας «μεγαλοπρεπούς» φωτογραφίας σ’ ένα κάδρο με ακαδημαϊκούς κανόνες. Σήμερα δεν έχω κατά βάση αλλάξει άποψη.

Όμως ξανακοιτάζοντας κάποια βιβλία του, και κυρίως τα πρωτότυπα τυπώματά του, κατάλαβα πολύ καλύτερα το οπτικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν οι σκοτεινοί ουρανοί με τα σύννεφά τους που ξέρει να αναδεικνύει με μοναδικό τρόπο.

Επίσης, δεν κρύβω τον θαυμασμό μου γι’ αυτή την εξαιρετική φωτεινότητα των νυχτερινών του λήψεων (Α! Αυτή η περίφημη ανατολή του φεγγαριού στο Νέο Μεξικό, το 1941!).

Λοιπόν, ναι! Το παράδειγμά του, πιστεύω παραμένει χρήσιμο για να μάθουμε πώς να αναπαραστήσουμε ένα εντυπωσιακό φυσικό τοπίο χωρίς να χάσουμε τα ανάγλυφα στοιχεία του και το μεγαλείο του.

Πρέπει να μελετήσουμε τα καδραρίσματα του Adams διατηρώντας πάντοτε κάποια κριτική απόσταση από αυτά…

Όταν ο Ansel Adams συνάντησε το Teton Crest

  • του Jean Christophe Bechet (Φωτογράφος γεννημένος το 1964 στη Μασσαλία, ζει και εργάζεται στο Παρίσι από το 1990. Αφοσιώμένος στη φωτογραφία δρόμου, ο Bechet θέλει να χαρακτηρίζει τα δημιουργήματά του ως «κατοικημένα τοπία»).

Nomad Magazine

Nomad σημαίνει περιπέτεια, έμπνευση, ταξίδια, εικόνες, χρώματα, ολόκληρος ο κόσμος!

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ

Αμπελακιώτισσα Ορεινής Ναυπακτίας: Εδώ που η γαλήνη της φύσης σού ανοίγει την αγκαλιά της

ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ

Πώς να προετοιμαστείς κατάλληλα για το πρώτο σου ταξίδι με καγιάκ